Ελλάδα Αλβανία και ο ρόλος της Τουρκίας- η αλβανική εθνότητα-Τσάμηδες/Τουρκαλβανοί και μαρτυρίες (αποσπάσματα) (3ο μέρος)

2016-10-21 16:15

(τα αποσπάσματα που ακολουθούν αποτελούν μέρος προσωπικής έρευνας)

 

Τα κυριότερα εμπόδια πρίν τους βαλκανικούς πολέμους για την ελληνο-αλβανική προσέγγιση και ο καθορισμός των συνόρων της Αλβανίας -ο ρόλος της Τουρκίας

Οι παράγοντες οι οποίοι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην προσέγγιση της Ελλάδας προς την Αλβανία ήταν αρχικά η έλλειψη των Αλβανών ηγετών με αναγνωρισμένο κύρος σε ολόκληρη τη χώρα. [1]Αυτό ήταν σημαντικό, διότι μια χώρα με μειωμένη αντίσταση των ηγετών ή μη ικανών δεν μπορεί να υποστηρίξει μια προσέγγιση και συνεργασία με μια άλλη χώρα. Στη συνέχεια ήταν ένας σημαντικός παράγοντας η προσπάθεια των Νεοτούρκων να βαθύνουν όλο και περισσότερο την καχυποψία μεταξύ των Ελλήνων και του αλβανικού λαού. Αυτό που έκαναν οι Τούρκοι ήταν, να παρουσιάζουν την Ελλάδα ως απειλή για την εδαφική ακεραιότητα της Αλβανίας, και σύμφωνα με αυτή την εικόνα οι Αλβανοί έπρεπε να βοηθούν τους Τούρκους γιατί σε αντίθετη περίπτωση η κατάσταση θα ήταν χειρότερη. Επιπλέον, η παρέμβαση της Ιταλίας και της Αυστρίας στο εσωτερικό των χωρών, η οποία γινόταν διότι  αυτές οι δυο χώρες εξυπηρετούσαν συμφέροντα οπότε  οποιαδήποτε συνεργασία Ελλάδας και Αλβανίας θα έρχονταν σε αντίθεση με τις δικές τους φιλοδοξίες στην περιοχή. Τέλος και οι δύο λαοί ,Έλληνες και Αλβανοί διεκδικούσαν ουσιαστικά την ίδια περιοχή, δηλαδή την Ήπειρο και τη νότια Αλβανία ή Β. Ήπειρο.

Αυτός ο τελευταίος παράγοντας ήταν και ο βασικός, που οδήγησε στην μη συνεργασία της Ελλάδας με την Αλβανία διότι η ελληνική κυβέρνηση τότε, ενθάρρυνε τη δημιουργία ενός κράτους εκτός της Ηπείρου αλλά αναγνώριζε τον κίνδυνο ότι μια αυτόνομη Αλβανία θα ήταν εύκολο όργανο στα χέρια της Αυστρίας και της Ιταλίας.[2]

Ο βαλκανικός πόλεμος έφερε τους Αλβανούς εθνικιστές σε δύσκολη θέση. Οι εθνικιστές ηγέτες έβλεπαν πως οι βαλκανικοί σύμμαχοι, είχαν στόχο να διαμελίσουν την Αλβανία και έπρεπε να καθορίσουν την στάση τους απέναντι σε όλη αυτή την κατάσταση, αλλά και η απουσία ουσιαστικά μιας κεντρικής εξουσίας δυνατής να ελέγχει όλα αυτά, έκανε περισσότερο δύσκολη την κατάσταση.

Έτσι, οδηγήθηκαν σε συνεδρίαση στα Σκόπια στις 10 Οκτωβρίου 1912 όπου και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία θα έχανε τον πόλεμο κι ότι δεν θα πολεμούσαν για να ενισχύσουν την τουρκική εξουσία, αλλά για τη δική τους ανεξαρτησία[3].

Κατά τη διάρκεια του πρώτου βαλκανικού πολέμου, οι τουρκικές δυνάμεις νικήθηκαν, και αυτή η επιτυχία των βαλκανικών στρατών ανησύχησε ιδιαίτερα την αυστριακή κυβέρνηση. Σε συσκέψεις που έγιναν στη Βιέννη, σχετικά με το αλβανικό ζήτημα αποφασίστηκε ότι η εξέλιξη της Αλβανίας ήταν συνυφασμένη με τα αυστριακά συμφέροντα και για αυτόν τον λόγο ήταν επιθυμητή η δημιουργία μιας ανεξάρτητης και αυτόνομης Αλβανίας. Για την Αυστρία, η δημιουργία ενός τέτοιου κράτους φαίνονταν ο πιο βέβαιος αλλά και αποτελεσματικός τρόπος ώστε να αποκοπεί η Σερβία από την Αδριατική αλλά και η μετέπειτα επέκτασή της προς τη Δύση.

Με τη συνθήκη του Λονδίνου που υπογράφτηκε στις 29 Ιουλίου 1913, οι Μεγάλες Δυνάμεις ανακήρυξαν την Αλβανία κυρίαρχο και ανεξάρτητο κράτος και ανέλαβαν να υπαγορεύσουν τα σύνορα της Αλβανίας. Έτσι, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας οι πόλεις Δέλβινο, Χειμάρρα, Άγιοι Σαράντα, Τελεπένι, Πρεμετή και Κορυτσά και Αργυρόκαστρο που αποτελούσαν και τα κύρια σημεία της διαμάχης  θα πήγαιναν στην Αλβανία.[4] Με αυτόν τον τρόπο η ελληνική πλευρά δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά διότι θα τακτοποιούνταν έτσι και τα σύνορα  της Ηπείρου και το ζήτημα των νησιών του Αιγαίου.

Οι Μεγάλες δυνάμεις  στις 13 Φεβρουαρίου  του 1914, απηύθυναν υπόμνημα με το οποίο ανέφεραν ότι η Ελλάδα θα έπαιρνε τα νησιά του Αιγαίου πλην της Τενέδου  της Ίμβρου και του Καστελλόριζου με την προϋπόθεση να εκκενώσουν το αλβανικό κράτος. Οι Έλληνες έτσι με λύπη τους, που εξαναγκάζονταν να αποχωριστούν περιοχές που είχαν υπό τον ελληνικό πολιτισμό και εθνική συνείδηση, συμφώνησαν να εκκενώσουν το αλβανικό έδαφος αυτό όμως που ζήτησαν ήταν εγγυήσεις για να προστατευτούν η θρησκεία , η γλώσσα και οι περιοχές που θα εκκένωναν.[5]

Ιστορικά η ελληνική πλευρά έκανε πολλές υποχωρήσεις για να βοηθήσει και να προάγει στην λύση οποιουδήποτε προβλήματος ανέκυπτε. Κάτι τέτοιο όμως δεν φάνηκε να συμβαίνει και από την πλευρά της Αλβανίας.

 

Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας μια προσπάθεια προσέγγισης στην μεταβατική κοινωνία

Η κατάσταση της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία ήταν το σημείο τριβής του ελληνικού με το αλβανικό στοιχείο εδώ και αρκετά χρόνια από την δημιουργία του αλβανικού κράτους έως και σήμερα. Η ανάλυση που πρέπει να γίνει για να εξεταστούν οι πλευρές και οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει να υπάρχει όλη αυτή η κατάσταση, είναι αρχικά το σύγχρονο διεθνές περιβάλλον αλλά και οι ιστορικές καταβολές  αφού διαπιστώνεται πως μια σειρά από πολιτικές και επιχειρήματα αλλά και ιδεολογικές πλευρές έλκουν την καταγωγή τους στον 19ο αιώνα[6].

Από το κοινό ελληνοαλβανικό έθνος στην δημιουργία της Βορείου Ηπείρου

Η Ελλάδα όταν θέλησε να επεκταθεί προς τον Βορρά και συγκρούστηκε με σλαβικούς εθνικισμούς, κυρίως τον σέρβικο και τον βουλγάρικο ωθήθηκε στην πολιτική του να προσεταιριστεί τους αλβανόφωνους πληθυσμούς.  Την ίδια εποχή ο ιστορικός Παπαρηγόπουλος, είχε διατυπώσει το σχήμα του ότι οι Αλβανοί είχαν συγχωνευτεί μέσα στην ελληνική φυλή, εντός και εκτός συνόρων. Ο ελληνισμός, όπως αναφέρεται από τον Σιγάλα και το ελληνικό έθνος νομιμοποιείται στο εξής να απορροφά και κατά κάποιον τρόπο να εξελληνίζει. [7]

Βασικό εργαλείο σε αυτόν τον εξελληνισμό είναι ο αλφαβητισμός. Όμως, ο αλβανικός εθνικισμός είναι εκείνος που συγκροτείται αρκετά αργά σε σχέση με άλλους εθνικισμούς στα Βαλκάνια και εκμεταλλεύεται ουσιαστικά το σχήμα του κοινού σλαβικού κινδύνου, αφού οι περιοχές που κατοικούνται από Αλβανούς διεκδικούνται από Σέρβους , Μαυροβούνιους και Βουλγάρους[8] .

Η ελληνική πολιτική στηρίζεται στο γεγονός ότι, η αλβανική φυλή δεν διαθέτει ένα έθνος ολοκληρωμένο αλλά μια ρευστή εθνότητα. Η εθνότητα αυτή συγγενεύει ή καλύτερα αυτή η όμαιμη φυλή θα οδηγούνταν προς συγχώνευση με το ελληνικό έθνος. Όμως, το ενδιάμεσο στάδιο για να γίνει αυτό ήταν να γίνει από μεριάς ελληνοαλβανικού κράτους η εκπροσώπηση των μουσουλμάνων σε ένα κοινό ελληνοαλβανικό κράτος.

Γενικώς όμως, η αντιμετώπιση των Αλβανών ως μη έθνος και ότι δεν αποτελούν κάτι αυτόνομο ή δεν δημιουργήθηκαν και εδραιώθηκαν αλλά παρέμειναν "ρευστοί" άρα και δεν δικαιούνται την αυτόνομη αυτή παρουσία, συνεχίστηκε και στην περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου όταν η Αλβανία ανεξαρτητοποιήθηκε , πράγμα το οποίο μαρτυρείται από τα έγγραφα του Υπουργείου Εξωτερικών και του τότε Πρωθυπουργού Πιπινέλη[9]. Μια άλλη παραλλαγή αυτής της πολιτικής θεώρησης είναι και ότι, κάθε ορθόδοξος Αλβανός είναι και Έλληνας ή εν δυνάμει Έλληνας. Η συγκεκριμένη παραλλαγή αφορά τον αυτόνομο πολιτικό φορέα της μειονότητας και έδωσε κατά κάποιον τρόπο την ιδεολογική βάση στην πολιτική στη Χιμάρα. Σημειωτέον, αποτελεί το γεγονός ότι αν και οι Έλληνες της Αλβανίας θεωρούν ότι είναι εκλεκτοί σε σχέση με τους άλλους Έλληνες μέχρι και σήμερα οι Αλβανοί σύμφωνα με τον Α Παπαθεοδώρου θεωρούνται ως επι το πλείστον εθνικά και ιδεολογικά απροσανατόλιστοι εν αντιθέσει με τους Έλληνες που ήταν από πάντα ιδεολογικά και εθνικά προσανατολισμένοι.[10]

Όλο αυτό λοιπόν αποτελεί την βάση για άλλα βασικά πολιτικά θέματα από την ελληνική μεριά όσον αφορά την αντιμετώπιση των Βλάχων και των ορθόδοξων Αλβανών. Σύμφωνα με αυτό, οι ορθόδοξοι Αλβανοί θα πρέπει να μετατραπούν σε Έλληνες. Κάτι τέτοιο έναν αιώνα πρίν ήταν δικαιολογημένο όταν η Ελλάδα προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τον βαλκανικό εθνικισμό. Σήμερα κάτι τέτοιο είναι αρχικά αφελές και κατ επέκτασιν διαστρεβλωτικό να υποστηρίζεται.

Όμως, η επανάκαμψη δηλαδή η επιστροφή στο ελληνικό έθνος είναι μια επιστροφή στην προεθνική ορθόδοξη κοινότητα με γλώσσα τα ελληνικά σε μια περίοδο που το ελληνικό κράτος ήταν λαμπρό παράδειγμα για τους ορθόδοξους Αλβανούς οι οποίοι κατά τις τελευταίες δυο δεκαετίες άρχισαν να θεωρούν ότι είναι εφικτό να δημιουργηθούν σε ένα εθνικό κράτος. Σήμερα δηλαδή, υπάρχει συγκροτημένη αλβανική εθνική ταυτότητα και εθνική ιδεολογία. Ωστόσο αυτό ενδείκνυται, αν όχι αποδεικνύεται το μη έθνος των Αλβανών από το γεγονός ότι πολλοί Αλβανοί από το 1990 αλλάζουν τα ονόματά τους σε χριστιανικά και μάλιστα ορθόδοξα. Το προφανές σε αυτή την πράξη είναι ότι η χριστιανική μετονομασία δεν συνεπάγεται ούτε και διαμορφώνει την διαφορετική ταυτότητα σε κάθε υποκείμενο και στην προκειμένη περίπτωση στους Αλβανούς. Το όνομα λοιπόν είναι απλά μια ένδειξη ελληνικότητας,  και δίνει και την δυνατότητα της έκδοσης βίζας η τίτλου ομογένειας από τις ελληνικές αρχές.

Στα τέλη του 19ου αιώνα έγινε μια προσπάθεια από την ελληνική μεριά να περιοριστεί αλλά και να αδρανοποιηθεί το αλβανικό έθνος, ειδικότερα εάν αυτοί προέρχονταν από την ελληνορθόδοξη κοινότητα διότι οι Αλβανοί προσπαθούσαν ολοένα και περισσότερο να καθιερώσουν στην εκπαίδευση και την εκκλησία την αλβανική γλώσσα.[11]

 

 

 

Οι Τσάμηδες/Τουρκαλβανοί και οι μαρτυρίες

 

Οι Αλβανοί σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Αλέξανδρο Πωπ ήταν ένα έθνος το οποίο δεν υπήρξε ποτέ ανεξάρτητο κράτος. Υπό την σκέπη είτε της μιας είτε της άλλης Δυνάμεως, δηλαδή πότε της Ιταλίας και πότε των Σλάβων για περίπου 25 χρόνια ήταν όπως αναφέρει "ο δουλοπρεπής αργυρώνητος μισθοφόρος των εκάστοτε ισχυρών". Οι αλβανικοί πολιτικοί χειρισμοί ήταν μια προσπάθεια θρασύδειλη, όπου με την βία προσπαθούσαν να καταπνίξουν κάθε φορά κάθε αίσθημα ελευθερίας αλλά και αυτοδιάθεσης των Ελλήνων της Β. Ηπείρου οι οποίοι τότε στέναζαν κάτω από τον ζυγό. Ο Αλβανικός λαός συνεχίζει ο συγγραφέας, ότι από "συμφερτόν αγρίων φυλών μετεβλήθη εις ομοίωμα πολιτισμένου κράτους …δεν μετέβαλε ούτε όψιν ούτε συναισθήματα". Έτσι το μίσος για την Ελλάδα είχε αυξηθεί ακόμη περισσότερο για λόγους πολιτικούς και για όσα ουσιαστικά δεν τους ανήκαν ποτέ.[12]

Από τους βαλκανικούς πολέμους και μετά η στάση της Αλβανίας αρχίζει να γίνεται αλλοπρόσαλλη. Ενώ, όλα τα χριστιανικά έθνη των Βαλκανίων αντιτίθενται στον Τούρκικο ζυγό η Αλβανία πολέμησε στο πλευρό τους κατά την περίοδο των βαλκανικών πολέμων. Αναφέρει ότι στην Σκόδρα , Αλβανοί φύλαρχοι επιτέθηκαν με τις συμμορίες τους κατά των Μαυροβουνίων και στην Ήπειρο αλλά και την Δυτική Μακεδονία και οι Έλληνες έτσι υποχρεώθηκαν να αντιμετωπίσουν εκτός από τους Τούρκους και Τουρκαλβανούς. Ταυτόχρονα, όμως οι Αλβανοί εκτός του γεγονότος αυτου ήταν στο πλευρό των Τούρκων και αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία τους γιατί προσπαθούσαν να βρουν οποιοδήποτε σύμμαχο ο οποίος θα μπορούσε να υλοποιήσει με τη βοήθβοήθειά τους αυτό που ήθελαν. [1]

Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, το οποίο και όριζε τα σύνορα της Αλβανίας με την Ελλάδα, οι Αλβανοί το βρήκαν ως αφορμή για να στηρίξουν την άποψή τους ότι η Ήπειρος δεν είναι ελληνική. Ο υπουργός εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας Σερ Έντουαρντ Γκρευ όπως αναφέρεται από τον Πωπ, και πιο συγκεκριμένα από τα Απομνημονεύματα του Λιχνοφσκι,  θέλησε να υπογράψει για το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας γιατί φοβόταν μια ενδεχόμενη παγκόσμια σύρραξη, γι' αυτό και υποχώρησε και δεν θέλησε περαιτέρω να ασχοληθεί με το πρόβλημα της Ηπείρου. Οι Αλβανοί όμως ξεχνούν κάτι βασικό, ότι το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας ουδέποτε εφαρμόστηκε και δεν απέκτησε βασική εφαρμογή πράγμα που σημαίνει ότι οι Αλβανοί δεν πρέπει να το επικαλούνται[2].

Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Ιταλία υπήρξε η βασική υποστηρίκτρια της Αλβανίας και αναγνώριζε η ίδια την ελληνικότητα της Ηπείρου, με τη συμφωνία Τιτονι-Βενιζέλου. Παρά το γεγονός ότι με τη συμφωνία αργότερα της Καπιστρίτσας η Ελλάδα δεν μπορούσε να καταλάβει την Αλβανία, θέμα το οποίο απασχόλησε στην δίκη των έξι και αποκαλύφθηκε από τον τότε υπουργό Εξωτερικών Γεώργιο Μπαλτατζή πως υπήρχε πολιτική και στρατιωτική σκοπιμότητα, χρειάζονταν 25.000 στρατός για να καταλάβει τότε την Ήπειρο και η Ελλάδα δεν διέθετε τότε τόσο στράτευμα[3].

Και πάλι όμως αναγνωρίζεται η ελληνικότητα της Β. Ηπείρου, καθώς οι Αλβανοί είχαν παραχωρήσει τότε δικαιώματα στους πολίτες της περιοχής να εξασκούν την ελληνική γλώσσα αλλά και τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Πρέπει όμως να σημειώσουμε και το εξής πολύ σημαντικό εδώ, γύρω στο 1920 ο ηθοποιός Θεοφάνης Μαυρομάτης ο οποίος και ήταν Έλληνας  αυτοχειροτονήθηκε σε αλβανορθόδοξο επίσκοπο με το όνομα Φαν Νόλι. Ο Φαν Νόλι μετέφρασε στην αλβανική  τα εκκλησιαστικά βιβλία αλλά και το Ευαγγέλιο και καλλιέργησε τα αλβανικά μεταξύ αλβανόφωνων ορθόδοξων χριστιανών θεωρείται από τους πρωτοστάτες και στυλοβάτες της Αλβανικής Ανεξαρτησίας. Στην Ήπειρο Τούρκοι και Τουρκαλβανοί είχαν τα ελληνικά για μητρική τους γλώσσα. Επίσης ο εθνάρχης των Αλβανών Ισμαήλ Κεμάλ Βλιώρας είχε αποφοιτήσει από τη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων  αλλά και οι Πέτρος Πόγας που εξέδωσε το περιοδικό DRITA και ο Χριστοφορίδης από το Ελμπασάν απόφοιτος επίσης της Ζωσιμαίας σχολής ο οποίος συνέγραψε το πρώτο αλβανοελληνικό λεξικό με ελληνικό αλφάβητο. Τέλος ο Ναίμ Φράσαρι δημιουργός της αλβανικής ποίησης και κουλτούρας κι αυτός απόφοιτος της Ζωσιμαίας Σχολής[4]  από αυτά προκύπτει ότι το ελληνικό ορθόδοξο στοιχείο συνέβαλε ουσιαστικά στην θεμελίωση του Αλβανικού κράτους πράγμα το οποίο αργότερα φάνηκε ότι δεν το τήρησε αλλά θέλησε να θεωρήσει κεκτημένα με τη βία όσα του δόθηκαν.

 

 

 

 

 



[1] Ό.π. σελ.10

[2] Αλεξανδρος. Γ. Πωπ, Αυτή είναι η Αλβανία, 1944, σελ.11 

[3] Αλεξανδρος. Γ. Πωπ, Αυτή είναι η Αλβανία, 1944, σελ. 12

[4] Όπ. σελ. 49



[1] Β. Κόντης, Ελληνισμός της Β. Ηπείρου και ελληνοαλβανικές σχέσεις, 1897-1918, σελ 20

[2] Ό.π. σελ 20

[3] Ό.π.σελ 20-21

[4] Documents officiels concernant l' Epire du Nord, 1912-1935. Αθήνα 1935, σ. 25-26

[5] Β. Κόντης, Ελληνισμός της Β. Ηπείρου και ελληνοαλβανικές σχέσεις, 1897-1918, σελ 23

[6] Λάμπρος Μπαλτσιώτης Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας μια προσπάθεια προσέγγισης σε μια μεταβατική κοινωνία,σελ.45

[7] Ν. Σιγάλας Ελληνισμός και εξελληνισμός, ο σχηματισμός της νεοελληνικής έννοιας ελληνισμός. Τα ιστορικά,περιοδική έκδοση ιστορικών σπουδών τ. 18ος τευχ. 34 Ιούνιος 2001 σελ 20

[8] Λάμπρος Μπαλτσιώτης Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας μια προσπάθεια προσέγγισης σε μια μεταβατική κοινωνία,σελ.46-47

[9] Λάμπρος Μπαλτσιώτης ,(2003),Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας μια προσπάθεια προσέγγισης σε μια μεταβατική κοινωνία,εκδ. Κριτική, σελ.47

[10] Α. Παπαθεοδώρου οι μουσουλμάνοι τσάμηδες UCK-UCC- Αλβανοί-Τούρκοι, Πανελλήνιος Σύνδεσμος Βορειοηπειρωτικου Αγώνος (ΠΑ>ΣΥ.ΒΑ) –Σ.Φ.Ε.Β., Θεσσαλονίκη 2002,σ. 5)

[11] Λάμπρος Μπαλτσιώτης ,(2003),Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας μια προσπάθεια προσέγγισης σε μια μεταβατική κοινωνία,εκδ. Κριτική, σελ.51

[12] Αλεξανδρος. Γ. Πωπ, Αυτή είναι η Αλβανία, 1944, σελ. 9